Ροή Αναρτήσεων

Ξηρόμερο:Η κάπα που άφησε την δικιά του Ιστορία



Αν θελήσει κάποιος να απεικονίσει ένα τσοπάνη , με μεγάλη πιθανότητα θα τον φτιάξει με μια κάπα στους ώμους του και με μια γκλίτσα στο χέρι. Θα του προσδώσει με αυτόν τον τρόπο, κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του επαγγέλματός του. Αδιαμφισβήτητα στοιχεία που δείχνουν την ταυτότητά του.




Η κάπα, αυτό το χοντρό, βαρύ, μάλλινο πανωφόρι με κουκούλα (κατσούλα), ήταν το πλέον απαραίτητο και χρήσιμο ένδυμά του. Σίγουρα ότι πιο πολύτιμο υπήρχε στην καθημερινότητά του και σε όλες τις εποχές του χρόνου. Φτιαγμένη στον αργαλειό από δύο ειδών μαλλιά, προβάτου και γιδιού. Μακριά μέχρι το γόνατο και πολλές φορές περισσότερο ακόμα, ανάλογα και με την επιθυμία του κατόχου της, πλατιά για να μπορεί ο τσομπάνος να τυλιχτεί καλά μέσα της και με χοντρό ύφασμα πάχους κοντά στο ένα εκατοστό. Μια καλοφτιαγμένη κάπα, δεν θα μπορούσε να είναι λεπτή, ούτε όμως και υπερβολικά χοντροκομμένη. Γίνονταν κρουστή, για να είναι αδιαπέραστη από τον αέρα και αδιάβροχη.




Ο έμπειρος Μάστορας επέλεγε πρώτα τα κατάλληλα μαλλιά. Αυτά του προβάτου είναι αδριά, άγρια, σκληρά και όχι μαλακά, έτσι ώστε να απορροφούν όσο το δυνατόν λιγότερο νερό. Τα μαλλιά του γιδιού που χρησιμοποιούνταν σαν υφάδι, ήταν έτσι και αλλιώς σκληρά και καθόλου απορροφητικά. Αυτά έπρεπε να είναι μακριά για να διώχνουν το νερό καλύτερα. Κοντά στις τρεισήμισι οκάδες τραγόμμαλο ήθελε μια κάπα. Κάθε νοικοκυρά, πρόσεχε για την καλή της ύφανση και κυρίως για το ράψιμό της. Ιδιαίτερη προσοχή έδινε στο ράψιμο στο ύψος των ώμων. Εκεί ήταν το πλέον ευαίσθητο σημείο όπου η κάπα μπορούσε να βάλει νερό.




Φεύγοντας ο τσομπάνος το πρωί με το κοπάδι του για τη βοσκή, θα την στεριώσει καλά στους ώμους του. Η χρήση της ποικίλη. Πρώτα και κύρια θα προφυλαχτεί από τη βροχή. Το γιδομαλλίσιο ή αλλιώς τραγομαλλίσιο της υφάδι την κάνει πραγματικά αδιάβροχη. Όση βροχή και αν έριχνε μια καλοφτιαγμένη κάπα ποτέ δεν έβαζε νερό. Θα τη στρώσει κατάχαμα για να ξεκουραστεί και να φάει το ψωμί του. Θα τυλιχτεί με αυτήν για να «ξεκλέψει» λίγες στιγμές ύπνου, όσο χρόνο το κοπάδι έχει «λαρώσει» στη βοσκή. Το χοντρό της ύφασμα θα τον προφυλάξει από το σκληρό, υγρό και ανώμαλο έδαφος που θα καθίσει και θα ξαπλώσει, από τα αγκάθια και τις πέτρες. Θα του προσφέρει την ανάλογη ζεστασιά τις κρύες νύχτες και τις ώρες που βρίσκεται στο ύπαιθρο. Τυλιγμένος με αυτή θα προφυλάξει τις πλάτες του και θα ανάψει φωτιά τη νύχτα για να ζεσταθεί. Μέσα της θα αποκοιμηθεί γλυκά μπροστά στη θαλπωρή της φωτιάς αποκαμωμένος από την κούραση της ημέρας. Στα μανίκια της, τα μανικοκάπια, που συνήθως είναι ραμμένα στις άκρες, γιατί σχεδόν ποτέ δεν φοριέται αλλά ρίχνεται στους ώμους, βάζει χρειαζούμενα αντικείμενα. Λίγο δαδί, ένα σκοινί, κερί από ξύγκι, ένα μαχαίρι.




Εκτός από τις μακριές, υπήρχαν και κάπες κοντές που φοριούνταν κανονικά σαν σακάκια οι ονομαζόμενες κοντόκαπες. Πέρα από τις κλασσικές κάπες με υφάδι από τραγόμμαλο, πολλοί κτηνοτρόφοι χρησιμοποιούσαν και κάπες υφασμένες μόνο από μαλλί προβάτου. Ήταν περισσότερο ελαφριές και εύκολο να μεταφερθούν από το τσομπάνο στην καθημερινή πορεία του κοπαδιού. Οι κάπες αυτές χρησιμοποιούνται μόνο όταν οι καιρικές συνθήκες ήταν καλές και δεν έβρεχε. Το μαλλί του προβάτου είναι απορροφητικό και η κάπα δεν μπορεί να είναι αδιάβροχη.




Την κάπα του ο βοσκός την παρατάει μια και καλή. Όταν αποσυρθεί από την ενεργό δράση, γιατί τα χρόνια θα τον βαρύνουν ή όταν για κάποιο λόγο παραιτηθεί από το επάγγελμα του κτηνοτρόφου.




Του Γεωργίου Κ. Τσουμάνη


Δραγαμέστο Νέα | Κατασκευή By web | Designed By WEBSMALL.EU

Εικόνες θέματος από Bim. Από το Blogger.